ΑΠΑΞΙΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ, ΓΕΝΙΚΕΥΜΕΝΗ ΕΛΛΕΙΨΗ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗΣ
«Θα μας πάρουν όλους με τις πέτρες»: την «απειλή» πρωτολανσάρισε πέρσι ως υποψήφιος πρωθυπουργός ο Γιώργος Παπανδρέου. Την ίδια εποχή βρισκόταν σε εξέλιξη και στην Ελλάδα ο τελευταίος γύρος της Ευρωπαϊκής Κοινωνικής Ερευνας. Αν γνώριζε τα ευρήματα, ίσως φέτος να μη μιλούσε για πέτρες αλλά για ...ολόκληρο νταμάρι. Τέτοια είναι η απαξίωση της πολιτικής, η έλλειψη εμπιστοσύνης στους θεσμούς, στο Κοινοβούλιο και τους νόμους αλλά και η παγιωμένη πλέον κοινωνική δυσπιστία που καταγράφεται. Και μάλιστα με δεδομένο ότι οι απαντήσεις δόθηκαν μέσα στο 2009 πριν καν ανακοινωθούν και εφαρμοστούν τα επώδυνα οικονομικά μέτρα του πακέτου στήριξης. Ενα ακόμα κεντρικό εύρημα είναι η επίταση του αισθήματος ανασφάλειας. Σ' αυτό το τρίπτυχο -απαξίωση, ανασφάλεια, δυσπιστία- μεταξύ δύο στερητικών και ενός αρνητικού τοποθετούνται οι στάσεις των Ελλήνων στην τελευταία έρευνα που παρουσίασε χθες το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ), οι οποίες συγκρίνονται με τις αντίστοιχες σε 27 ακόμη ευρωπαϊκές χώρες. Η έρευνα επαναλαμβάνεται κατά διαστήματα και η Ελλάδα συμμετείχε στις περιόδους 2002-3 και 2004-5 παίρνοντας απουσία το 2006-7. Αυτή η πορεία στο χρόνο αποτυπώνει τις στάσεις που τείνουν να παγιωθούν στο κοινωνικό σώμα, αλλά και τις μεταβολές τους. Σε ό,τι μας αφορά όμως, οι αλλαγές είναι προς το χειρότερο. Ενδεικτικά σε διπλάσιο ποσοστό από παλαιότερα εμφανιζόμαστε σήμερα «απόλυτα δυσαρεστημένοι» από τον τρόπο λειτουργίας της δημοκρατίας με σημαντική απόκλιση από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Η αμφισβήτηση μάλιστα των θεσμών στις πεποιθήσεις των Ελλήνων και η αποξένωση από την πολιτική που έχει σαφώς επιδεινωθεί σε σύγκριση με τις παλαιότερες ανάλογες έρευνες γίνεται ιδιαίτερα επώδυνη σήμερα, εποχή οικονομικής και όχι μόνο κρίσης, κατά την οποία αναζητούνται εναγωνίως λύσεις. Αγγίζει δε την κατάρρευση του συστήματος αφού -προ κρίσης- το ενδιαφέρον για την πολιτική ήταν λίγο για το 38,4% και καθόλου για το 30,8% του δείγματος. Ενα συγκριτικό στοιχείο προκύπτει από την κλίμακα που μετρά την εμπιστοσύνη στους πολιτικούς: ο μέσος όρος βρισκόταν το 2003 στο 3,4 (όπου το 0 σημαίνει καμιά εμπιστοσύνη και το 10 απόλυτη εμπιστοσύνη) και έπεσε το 2009 στο 2,4. Στην ίδια κλίμακα η εμπιστοσύνη στην Αστυνομία έπεσε από το «βάθρο» του 6,4 το 2003 στο βάραθρο του 4,9 το 2009, γεγονός που ίσως συσχετίζεται με τον Δεκέμβριο του 2008.
Η απόλυτη έλλειψη ενδιαφέροντος για την πολιτική εμφανίζεται ακόμη και στη σχέση των πολιτών με τα ΜΜΕ. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμη και οι αναγνώστες των εφημερίδων που αποτελούν το 38,7% των ερωτηθέντων δηλώνουν σε ποσοστό 22,2% (σχεδόν ο ένας στους τέσσερις) ότι δεν διαβάζουν καθόλου πολιτικά θέματα. Ούτε όμως οι τηλεθεατές που αποτελούν τη συντριπτική πλειονότητα (πάνω από 96% του δείγματος) ανεξάρτητα του χρόνου τηλεθέασης ενδιαφέρονται για την πολιτική ειδησεογραφία.
Παρήγορο πάντως είναι ότι σε αντίθεση με την κρίση των θεσμών, αυτό που φαίνεται να ενισχύεται σταθερά στη συνείδηση των Ελλήνων είναι η εμπιστοσύνη στην επιστήμη για την επίλυση των μελλοντικών προβλημάτων.
«Αλλοφοβία» και κοινωνική δικαιοσύνη
Επιφυλακτικοί με τους συνανθρώπους τους σε βαθμό «αλλοφοβίας» εμφανίζονται σταθερά οι Ελληνες, τάση που έχει πλέον παγιωθεί και μάλιστα είναι σημαντικά πιο κοινωνικά δύσπιστοι σε σχέση με τους λοιπούς Ευρωπαίους. Σε μεγαλύτερο βαθμό από τους Ευρωπαίους πιστεύουν ότι θα πέσουν θύματα εκμετάλλευσης και πως θα αδικηθούν, ενώ χαμηλή είναι η πίστη τους στην ύπαρξη κοινωνικής αλληλεγγύης. «Φαίνεται πως η κοινωνική αποξένωση διευρύνεται και αντ' αυτού συμπληρώνεται με μια "θέαση" της κοινωνίας παρά συμμετοχή», παρατήρησε στη χθεσινή παρουσίαση η αν. διευθύντρια στο Ινστιτούτο Πολιτικής Κοινωνιολογίας του ΕΚΚΕ κ. Ιωάννα Τσίγκανου.
Την αριστερόστροφη αυτοτοποθέτηση στην κλίμακα «αριστερά-δεξιά» επιβεβαίωσαν και τα αποτελέσματα των εθνικών εκλογών της δεκαετίας που διανύουμε με υψηλά ποσοστά όσων δεν επιθυμούν να αυτοτοποθετηθούν (17,2%). Διαχρονικό, σχεδόν καθολικό και συνεπώς επιτακτικό, εμφανίζεται το αίτημα για ισοκατανομή εισοδημάτων με κυβερνητική παρέμβαση με το οποίο συντάσσεται πάνω από το 90% των ερωτηθέντων. Ανάλογα μεγάλα ποσοστά συγκεντρώνει και το αίτημα για αξιοκρατία και κοινωνική δικαιοσύνη.
Αν και δηλώνουμε ικανοποιημένοι από τη ζωή μας, το ποσοστό μειώνεται με το πέρασμα του χρόνου, ενώ υπολείπεται του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Αντίστοιχη είναι η εξέλιξη της αίσθησης ατομικής ευτυχίας άλλα και της κοινωνικότητας.
Δυσαρεστημένοι σε ποσοστό 37,7% είμαστε από την κατάσταση της οικονομίας -προ κρίσης- σε υπερδιπλάσιο ποσοστό από τους λοιπούς Ευρωπαίους.
Παρά τη μικρή έκθεση των Ελλήνων στη βίαιη εγκληματικότητα με βάση τη βιωματική εμπειρία, το παράδοξο είναι ότι το αίσθημα ανασφάλειας φαίνεται να μεγαλώνει.
Ακόμη περισσότεροι από τους μισούς θέλουν μια πολιτική που επιτρέπει σε λίγους «ξένους» να έρχονται στη χώρα με επόμενη πιο δημοφιλή πολιτική αυτή που δεν θέλει να έρθει κανείς «ξένος».
Αντιφάσεις
Μπορεί αντίθετα να παρατηρείται μια μεγαλύτερη ανοχή απέναντι στους ομοφυλόφιλους και η θρησκευτικότητα να εκκοσμικεύεται. Αλλά σχεδόν οι μισοί πιστεύουν ότι η γυναίκα πρέπει να θυσιάζει την καριέρα της για την οικογένεια, ενώ αρκετοί πάλι πιστεύουν ότι όταν οι δουλειές λιγοστεύουν, είναι οι άντρες αυτοί που δικαιούνται να εργάζονται. Ακόμη πιστεύουν πως το σχολείο υπάρχει για να διδάσκει υπακοή και πειθαρχία, ενώ αναδεικνύεται μία ακόμη συνιστώσα κοινωνικού ελέγχου και καταστολής που αφορά τη συμφωνία αυστηροποίησης των ποινών. Ωστόσο σε μικρότερο βαθμό από τους Ευρωπαίους αλλά πάντως η πλειονότητα συμφωνεί στην προληπτική κράτηση των υπόπτων, γεγονός που αποδίδεται τόσο σε ιστορικά βιώματα όσο και σε έμμεση κριτική στους θεσμούς. Σε κάθε περίπτωση πάντως Ελληνες και Ευρωπαίοι δεν δικαιολογούν τα βασανιστήρια.
Τέλος οι απόψεις για διάφορες ηλικιακές κατηγορίες φαίνεται να αντανακλούν μια πρόσληψη των γενεών «με όρους ασφαλιστικού συστήματος μάλλον, παρά κοινωνικού συμβολαίου», σύμφωνα με την κ. Τσίγκανου.*