Τετάρτη 15 Ιουλίου 2009

Η ύφεση παρατείνει το γάμο

Μείωση στον αριθμό των διαζυγίων έχει παρατηρηθεί τον τελευταίο χρόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες, ένα «ευτυχές» γεγονός που πολλοί αποδίδουν στη διεθνή οικονομική κρίση.

Η διάλυση ενός γάμου είναι αφενός μια πολύπλοκη και αφετέρου μια δαπανηρή διαδικασία –μια απόφαση που τα σημερινά ζευγάρια φαίνεται να διστάζουν να λάβουν.

Σημαντικό ρόλο σε αυτό παίζει και η αβεβαιότητα για το μέλλον και η ανασφάλεια των συζύγων να ακολουθήσουν μοναχική πορεία τους χαλεπούς αυτούς καιρούς. «Άντεξα 10 χρόνια, μπορώ να αντέξω άλλο ένα» είναι η λογική που επικρατεί σε πολλές περιπτώσεις.

Σύμφωνα με την έρευνα του αμερικανικού Ινστιτούτου Χρηματοοικονομικών Αναλυτών Διαζυγίων για το Μάιο, η ύφεση καθυστερεί τα διαζύγια και ωθεί τα ζευγάρια να αναζητούν «δημιουργικές λύσεις χωρισμού» σε συνθήκες συνύπαρξης.

Σύμφωνα με δημοσκόπηση στα μέλη της American Academy of Matrimonial Lawyers, τα διαζύγια μειώθηκαν κατά 40% το τελευταίο εξάμηνο που έληξε το Μάρτιο.

Παρότι είναι δύσκολο να εκτιμηθεί η συνολική επίδραση της ύφεσης στα διαζύγια λόγω έλλειψης επίσημων κρατικών στοιχείων, τα δικαστήρια πολλών αστικών κέντρων αναφέρουν αισθητή πτώση στον αριθμό των διαζυγίων σε σύγκριση με το τέλος τους 2007.

Στη Νέα Υόρκη, για παράδειγμα, 9.349 ζευγάρια έφτασαν στα δικαστήρια τους πρώτους τέσσερις μήνες του 2009 έναντι 10.848 το ίδιο διάστημα του 2008 –μεταβολή που σηματοδοτεί μείωση των διαζυγίων κατά 14%.

Πηγή: The Wall Street Journal

Παρασκευή 10 Ιουλίου 2009

Οι ΗΠΑ ο μεγαλύτερος εισαγωγέας και εξαγωγέας μικρών όπλων

Πρώτες στην εξαγωγή και στην εισαγωγή μικρών όπλων είναι οι ΗΠΑ σύμφωνα με νέα έρευνα του Πανεπιστημίου της Γενεύης-δημοσιεύεται σήμερα.

Η 334 σελίδων ετήσια Έρευνα για τα Μικρά Όπλα, η σύνταξη του μεγαλύτερου μέρους της οποίας χρηματοδοτήθηκε από την ελβετική κυβέρνηση, έδειξε ότι το διεθνές εμπόριο μικρών όπλων, ελαφριών όπλων και πυρομαχικών εκτοξεύθηκε κατά 28% από το 2000 έως το 2006, μία αύξηση της τάξεως των 653 εκατομμυρίων δολαρίων.

Συνολικά, το διεθνές εμπόριο καραμπινών, τουφεκιών, πιστολιών και περίστροφων έφτασε τα 1.44 δισεκατομμύρια δολάρια-το 2006. Μετά τις ΗΠΑ, στην εξαγωγή μικρών όπλων ακολουθούν η Ιταλία, η Γερμανία, το Βέλγιο, η Βραζιλία. Στους μεγαλύτερους εισαγωγείς βρίσκονται η Σαουδική Αραβία, η Γερμανία, Γαλλία κι η Κύπρος.

Σύμφωνα με την έρευνα, ανάμεσα στους μεγαλύτερους εξαγωγείς μικρών όπλων βρίσκονται η Κίνα και η Ρωσία, αλλ' όπως αναφέρεται δεν υπάρχουν επίσημα στοιχεία. Οι χώρες που παρουσίασαν την μεγαλύτερη διαφάνεια στις πωλήσεις όπλων ήταν η Ελβετία, η Βρετανία, η Γερμανία και η Νορβηγία, ενώ στην πέμπτη θέση βρίσκονται η Ολλανδία, η Σερβία και οι ΗΠΑ.

Το Ιράν και η Βόρειος Κορέα παρουσίασαν τα χειρότερα επίπεδα διαφάνειας, ενώ ακολουθούν η Νότιος Αφρική, η Ρωσία και το Ισραήλ.

www.kathimerini.gr με πληροφορίες από ΑΠΕ - ΜΠΕ

Τετάρτη 8 Ιουλίου 2009

Ολλανδία: βιασμοί

Περίπου 12% των γυναικών και 3% των ανδρών στην Ολλανδία έχουν υποστεί βιασμό, σύμφωνα με έκθεση που δόθηκε στην δημοσιότητα χθες Τρίτη.
Η ετήσια έκθεση σεξουαλικής υγείας του Rutgers Nisso Groep ανέφερε ότι σχεδόν το εν τρίτον των γυναικών και ένας στους είκοσι άνδρες έχουν υποστεί κάποιας μορφής σεξουαλική βία --από την πιο ήπια μορφή παρενόχλησης έως το βιασμό-- τουλάχιστον μια φορά στη ζωή τους.
Στην έρευνα συμμετείχαν 6.000 άνθρωποι ηλικίας από 15 έως 70 ετών. Ο όμιλος λειτουργεί ένα κέντρο σεξουαλικής υγείας στην Ουτρέχτη.
Μια στις πέντε γυναίκες έχει υποστεί σεξουαλική βία πριν καν συμπληρώσει τα 16 της χρόνια, σύμφωνα με την έρευνα. Το αντίστοιχο ποσοστό για τους άνδρες περιορίζεται σε έναν στους είκοσι πέντε. Στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων --98%-- η βία ασκείται από κάποιον άνδρα, σύμφωνα με τις γυναίκες που έχουν υπάρξει θύματά της.
Οι άνδρες που έχουν υποστεί σεξουαλική βία ανέφεραν ότι τους ασκήθηκε κατά 60% από ομόφυλούς τους και 40% από γυναίκες.
Μια στις έξι γυναίκες είχαν την εμπειρία της ανεπιθύμητης κύησης. Ένας στους δέκα άνδρες ανέφερε ότι η σύντροφός του έμεινε έγκυος χωρίς να το θέλει.
Σχεδόν το 8% των γυναικών ανέφεραν ότι έχουν κάνει τουλάχιστον μια άμβλωση.
http://www.naftemporiki.gr/news/static/09/07/08/1687223.htm

Κυριακή 5 Ιουλίου 2009

άποψη για τους μετανάστες

Η συντηρητική - αρνητική στροφή στη στάση των πολιτών έναντι της μετανάστευσης αποτυπώνεται από τις απαντήσεις στο ερώτημα τι τους έρχεται στο μυαλό όταν ακούνε τη λέξη μετανάστευση. Το 29% απαντά με αναφορά στις συνθήκες ζωής των μεταναστών και το 17% στις αιτίες του φαινομένου. Οι απαντήσεις αυτές εμφανίζουν μείωση σε σχέση με την αντίστοιχη έρευνα που έγινε πριν από ένα χρόνο, όταν το 35% είχε αναφερθεί στις συνθήκες ζωής των μεταναστών και το 26% στις αιτίες του φαινομένου. Αντίθετα, αύξηση παρουσιάζουν οι απαντήσεις που συνδέουν τη μετανάστευση με τα προβλήματα που προκαλεί (22% έναντι 14% πριν από ένα χρόνο), αλλά και με αρνητικά συναισθήματα (14% έναντι 8%). Ταυτόχρονα, όμως, αυξημένος είναι ο αριθμός των πολιτών που απαντούν ότι τους δημιουργούνται θετικά συναισθήματα (7% έναντι 3%).

Μεταστροφή

Καλούμενοι να αξιολογήσουν γενικά τις επιπτώσεις της μετανάστευσης, οι πολίτες σε ποσοστό 62% θεωρούν ότι μάλλον βλάπτει τη χώρα, έναντι 19% που θεωρούν ότι μάλλον την ωφελεί. Και σε αυτή την απάντηση καταγράφεται αρνητική μεταστροφή, καθώς πριν από ένα χρόνο το 54% θεωρούσε βλαπτική τη μετανάστευση και το 23% απαντούσε ότι ωφελεί. Αντίστοιχη αρνητική μεταστροφή καταγράφεται και στην εξειδίκευση των επιπτώσεων. Ετσι, το 52% θεωρεί ότι η μετανάστευση μάλλον βλάπτει την οικονομία, έναντι 32% που απαντά ότι μάλλον την ωφελεί. Τα αντίστοιχα ποσοστά του 2008 ήταν 47% και 40%. Το 76% των πολιτών πιστεύει ότι η μετανάστευση προκαλεί αύξηση της εγκληματικότητας, έναντι 71% πριν ένα χρόνο, ενώ το 17% θεωρεί ότι η εγκληματικότητα δεν αυξάνεται από τη μετανάστευση (έναντι 20% το 2008). Διαφοροποίηση, μικρότερη ωστόσο, καταγράφεται και στις απαντήσεις ως προς την επίδραση της μετανάστευσης στην απασχόληση. Το 48% θεωρεί ότι οι μετανάστες εργάζονται σε δουλειές που δεν θέλουν οι Ελληνες (έναντι 49% πέρυσι), ενώ το 39% θεωρεί ότι η μετανάστευση αυξάνει την ανεργία (έναντι 38% πέρυσι).

Να μπουν όρια

Την ίδια στιγμή, αυξάνεται το ποσοστό των πολιτών που θα ήθελε αυστηρότερη μεταναστευτική πολιτική, καθώς το 72% τη θεωρεί λιγότερο αυστηρή από όσο πρέπει (65% πέρυσι), ενώ έχει μειωθεί από 9% σε 6% το ποσοστό εκείνων που τη βρίσκει περισσότερο αυστηρή από όσο πρέπει. Ανάλογη είναι η εικόνα και για τη μεταναστευτική πολιτική της Ε.Ε., με το ποσοστό εκείνων που πιστεύουν ότι είναι λιγότερο αυστηρή από όσο πρέπει να ανεβαίνει στο 47% από 33%, ενώ το ποσοστό εκείνων που τη θεωρούν περισσότερο αυστηρή από όσο πρέπει παραμένει στο ίδιο ακριβώς επίπεδο, 11%.

Στη μεγάλη πλειοψηφία τους, ποσοστό 76%, οι πολίτες τάσσονται υπέρ της θέσπισης ορίου στον αριθμό μεταναστών που μπορεί να δεχθεί η χώρα. Από αυτούς, το 93% εκτιμά ότι η Ελλάδα έχει φθάσει το όριο των μεταναστών που μπορεί να δεχθεί. Το αντίστοιχο ποσοστό για το 2008 ήταν 84%. Αύξηση από 64% σε 69% καταγράφεται στο ποσοστό εκείνων που θεωρούν ότι είναι πολλοί οι μετανάστες στην Ελλάδα. Οσον αφορά τη νομιμοποίηση, αυξάνεται το ποσοστό εκείνων που θεωρούν ότι πρέπει να γίνει υπό όρους. Το 35% απαντά ότι θα πρέπει να νομιμοποιηθούν όσοι έχουν εργασία και το 33% όσοι έχουν οικογένεια και παιδιά. Το 11% απαντά ότι πρέπει να νομιμοποιηθούν όλοι (από 18% πέρυσι), ενώ σταθερό παραμένει το ποσοστό εκείνων που λένε ότι δεν πρέπει να νομιμοποιηθεί κανείς (15%).

Πάντως, στη μεγάλη πλειοψηφία τους οι πολίτες πιστεύουν σε ποσοστό 65% ότι οι συνθήκες ζωής των μεταναστών είναι κακές (47% πέρυσι) και σε ποσοστό 87% θεωρούν ότι από τη στιγμή που ζουν και εργάζονται στη χώρα μας θα πρέπει να έχουν τις ίδιες παροχές σε υγεία και εκπαίδευση με τους Ελληνες. Αυξημένο (56% έναντι 52%) είναι το ποσοστό εκείνων που συμφωνούν με την ανέγερση τζαμιού στην Αθήνα, ενώ το 71% συμφωνεί με την πρόταση για μουσουλμανικό νεκροταφείο.

http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_ell_100039_05/07/2009_321146

Σβήνουν τα μικρά εμπορικά καταστήματα

Ο αριθμός των μικρών εμπορικών επιχειρήσεων συρρικνώνεται και το μεγαλύτερο μερίδιο της αγοράς συγκεντρώνεται πλέον στις εγχώριες και διεθνείς αλυσίδες, γεγονός που επιφέρει δραστικές αλλαγές τόσο στη γεωγραφία του λιανικού εμπορίου όσο και στη δομή της απασχόλησης. Ενώ το 1993 οι αυτοαπασχολούμενοι, ιδιοκτήτες μικρών εμπορικών επιχειρήσεων κυρίως οικογενειακού χαρακτήρα αποτελούσαν το 47% επί του συνόλου των απασχολουμένων στο λιανικό εμπόριο και οι μισθωτοί το 30%, η σχέση αυτή, 15 χρόνια μετά, έχει αντιστραφεί πλήρως. Η οικονομική κρίση, πάντως, πλήττει όλους τους παίκτες της αγοράς.

ΠΟΛΥ ΚΑΛΗ ΕΡΕΥΝΑ

Από αφεντικά... υπάλληλοι

Η ριζική αναδιάρθρωση στη δομή της απασχόλησης αποτελεί πιθανότατα την κυριότερη συνέπεια των δραματικών αλλαγών που συντελέσθηκαν στον χώρο του λιανεμπορίου τα τελευταία 15 χρόνια. Ταυτοχρόνως, δείχνει τη συρρίκνωση του αριθμού των μικρών εμπορικών επιχειρήσεων και την τάση συγκέντρωσης του εμπορίου σε λιγότερα χέρια.

Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τις έρευνες εργατικού δυναμικού (βλ. Πίνακα 1) της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας Ελλάδας (ΕΣΥΕ), ενώ το 1993 οι αυτοαπασχολούμενοι στο λιανεμπόριο ανέρχονταν σε 180.025 άτομα και αποτελούσαν το 47% επί του συνολικού αριθμού των απασχολουμένων στον κλάδο, δεκαπέντε χρόνια μετά ανέρχονται σε 170.210 άτομα και αποτελούν πλέον το 30,6% επί του συνόλου των απασχολουμένων στο λιανεμπόριο.

Ακριβώς αντίστροφη πορεία ακολουθεί ο αριθμός των μισθωτών στον κλάδο. Ετσι, ενώ το 1993 οι μισθωτοί στο λιανεμπόριο ανέρχονταν σε 112.771 άτομα και αποτελούσαν το 29,4% επί του συνόλου των απασχολουμένων πάντα στον εξεταζόμενο κλάδο, το 2008 υπερδιπλασιάστηκαν σε απόλυτους αριθμούς, φτάνοντας τα 266.083 άτομα. Αποτελούν δε περίπου το 50% των απασχολουμένων στο επάγγελμα.

Φθίνουσα πορεία με την πάροδο των ετών ακολουθεί και ο αριθμός των βοηθών (συνήθως μέλη της οικογένειας του αυτοαπασχολούμενου) που συνέβαλαν με την εργασία τους στη λειτουργία των μικρών εμπορικών επιχειρήσεων. Από 54.048 άτομα το 1993, αριθμός που μεταφράζεται σε ποσοστό 14,2% επί του συνόλου των απασχολουμένων στο λιανεμπόριο, σήμερα ανέρχονται σε 53.477 άτομα, αριθμός που αντιστοιχεί σε ποσοστό 9,6% επί του συνολικού αριθμού των απασχολουμένων στον κλάδο.

Τι σημαίνουν όλα τα παραπάνω; Με απλά λόγια σημαντικός αριθμός μικρών επιχειρήσεων, με προσωπικό από 0-5 άτομα, έκλεισαν και η μεγάλη μερίδα ιδιοκτητών, καθώς και μελών των οικογενειών τους πέρασαν στην αντίπερα όχθη, στη μισθωτή εργασία. Διαφοροποιήσεις, αν και πολύ μικρότερες παρατηρούνται και στις μορφές της απασχόλησης. Ετσι, το 1993 η πλήρης απασχόληση αποτελούσε το 96,8% της συνολικής απασχόλησης στο λιανεμπόριο, ενώ το 2008 το ποσοστό αυτό μειώθηκε στο 94%. Από την άλλη η μερική απασχόληση στον κλάδο από 3,19% το 1993, τώρα ανέρχεται σε 5,9%.

Και στη συνέχεια άνεργοι

Η οικονομική κρίση που ήδη από το περασμένο φθινόπωρο βρίσκεται εντός των πυλών αναμένεται όχι μόνο να επιταχύνει τις ήδη προδιαγεγραμμένες αλλαγές στη μορφή του ελληνικού λιανεμπορίου, αλλά και να προκαλέσει δραματική μείωση της απασχόλησης στον κλάδο.

Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα που διενήργησε η εταιρεία Marc για λογαριασμό της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδος (ΓΣΕΒΕΕ) σε δείγμα 1.010 επιχειρήσεων, πάνω από 160.000 θέσεις εργασίας στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις -με προσωπικό έως 49 άτομα- υπολογίζεται ότι έχουν χαθεί τον τελευταίο χρόνο, συνεπεία της οικονομικής κρίσης, ενώ άλλες 120.000 βρίσκονται υπό απειλή. Στις παραπάνω θα πρέπει να προστεθούν και άλλες περίπου 110.000 θέσεις εργασίας, οι οποίες αντιστοιχούν σε αυτοαπασχολούμενους επιχειρηματίες που βρίσκονται στα πρόθυρα της χρεοκοπίας. Βάσει της ίδιας έρευνας το τελευταίο 12μηνο έγιναν μειώσεις προσωπικού στο 12,4% των εμπορικών επιχειρήσεων.

Δυσμενείς είναι και οι εκτιμήσεις από έρευνα που πραγματοποίησε η εταιρεία VPRC για λογαριασμό της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου (ΕΣΕΕ) το διάστημα Φεβρουαρίου-Μαρτίου 2009 σε δείγμα 2.000 λιανεμπορικών επιχειρήσεων. Σύμφωνα με την έρευνα αυτή μία στις τέσσερις λιανεμπορικές επιχειρήσεις έχει προχωρήσει ή θα προχωρήσει το επόμενο διάστημα σε μειώσεις προσωπικού, προκειμένου να αντιμετωπίσει τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης.

http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economyepix_100045_05/07/2009_321078

Τετάρτη 1 Ιουλίου 2009

Ενάμισι ΑΕΠ χρωστά η Ελλάδα

Διπλασιάστηκε, στα 369,1 δισ., το εξωτερικό χρέος από το 2004 μέχρι το πρώτο τρίμηνο του 2009

Στα 369,1 δισ. ευρώ ανήλθε το εξωτερικό χρέος (συνολικά του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα) της Ελλάδας στο πρώτο τρίμηνο του 2009, ποσό το οποίο μεταφράζεται στο 152% του φετινού αναμενόμενου ΑΕΠ. Ωστόσο, το πλέον ανησυχητικό στοιχείο είναι ότι από το 2004 μέχρι σήμερα το εξωτερικό χρέος έχει διπλασιαστεί, καθώς τότε είχε διαμορφωθεί στα 185,95 δισ. ευρώ. Πρόκειται για μια εξέλιξη που καταδεικνύει τις διαρθρωτικές αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας, τη χαμηλή ανταγωνιστικότητά της και την έκθεσή της στις διεθνείς χρηματαγορές και τα προβλήματά τους.
Ταυτόχρονα, επιβεβαιώνει αυτό που πλέον όλοι διακρίνουν. Δηλαδή, ότι η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας τροφοδοτήθηκε με δανεικά τα τελευταία χρόνια και ότι το συγκεκριμένο μοντέλο θα πρέπει να αλλάξει, αφού πρώτον δεν αντέχει άλλο να στηρίζει την ανάπτυξη και δεύτερον η συνέχισή του εγκυμονεί ακόμα μεγαλύτερους κινδύνους για το μέλλον της οικονομίας.
Η εξέλιξη αυτή προκαλεί έντονο προβληματισμό και για την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας, καθώς τα στοιχεία δείχνουν ότι η Ελλάδα ξοδεύει περισσότερα από όσα παράγει. Η χαμηλή ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας αναδεικνύεται και από άλλο ένα στοιχείο. Το συνολικό ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και κεφαλαιακών μεταβιβάσεων (το οποίο αντιστοιχεί στις ανάγκες της οικονομίας για χρηματοδότηση από το εξωτερικό) παρουσίασε έλλειμμα, στο τετράμηνο Ιανουαρίου - Απριλίου του 2009, 9,5 δισ. ευρώ.
Τα μεγέθη αυτά είναι που βλέπουν όλοι οι διεθνείς οργανισμοί και η Κομισιόν και ζητούν από τις ελληνικές κυβερνήσεις να προχωρήσουν σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που θα έχουν στόχο την εξυγίανση των δημοσιονομικών μεγεθών, αν θέλει η Ελλάδα να ακολουθήσει τις υπόλοιπες χώρες στον δρόμο της ανάκαμψης που θα ξεκινήσει μετά το πέρας της κρίσης.
Επίσης, ο υψηλός εξωτερικός δανεισμός και η χαμηλή ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας είναι δύο στοιχεία που εξετάζουν οι διεθνείς επενδυτές και αναγκάζουν την Ελλάδα να δανείζεται ακριβότερα απ’ ό,τι οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, με αποτέλεσμα σε περιόδους κρίσης, όπως αυτή που διανύουμε, να εκτινάσσονται τα επιτόκια δανεισμού τόσο του Δημοσίου όσο και του τραπεζικού συστήματος.
Μάλιστα, όπως αναφέρουν παράγοντες της αγοράς, υπάρχει διπλή ανάγνωση για τις συνέπειες του υψηλού εξωτερικού χρέους. Η μεγάλη εξάρτηση της ελληνικής οικονομίας (δημόσιο και ιδιωτικό τομέα) από το εξωτερικό σημαίνει ότι τα προβλήματα των διεθνών χρηματαγορών και ειδικά σε περιόδους κρίσης μεταφέρονται σχεδόν αυτόματα στην ελληνική οικονομία.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοίνωσε χθες η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ), το εξωτερικό χρέος αυξήθηκε κατά 6,6 δισ. ευρώ στο πρώτο τρίμηνο του έτους και ανήλθε στα 369,1 δισ. ευρώ, από 362,5 δισ. ευρώ που ήταν στο τελευταίο τρίμηνο του 2008.
Από το σύνολο των 396,1 δισ. ευρώ, τα 233,5 δισ. ευρώ (δηλαδή το 63,2% του συνόλου) αντιστοιχούν στο εξωτερικό χρέος του δημόσιου τομέα. Από αυτά, τα 196,7 δισ. ευρώ αντιστοιχούν στις υποχρεώσεις της Γενικής Κυβέρνησης και τα υπόλοιπα 36,8 δισ. ευρώ στις υποχρεώσεις της ΤτΕ. Τα χρέη του δημόσιου τομέα προς το εξωτερικό αυξήθηκαν μέσα σε τρεις μόλις μήνες κατά 6,2 δισ. ευρώ, καθώς στο τελευταίο τρίμηνο του 2008 είχαν διαμορφωθεί στα 227,3 δισ. ευρώ.
Από την άλλη πλευρά και ο ιδιωτικός τομέας -με πρωταγωνιστές τις τράπεζες- έχει εξωτερικό χρέος που ανέρχεται στο 55,8% του ΑΕΠ. Στο πρώτο τρίμηνο του 2009, οι υποχρεώσεις του ιδιωτικού τομέα προς το εξωτερικό ανήλθαν στα 135,5 δισ. ευρώ, παραμένοντας ουσιαστικά αμετάβλητα σε σχέση με το τελευταίο τρίμηνο του 2008.
Ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί ότι από το σύνολο των 135,5 δισ. ευρώ του ιδιωτικού τομέα, τα 111,7 δισ. ευρώ ανήκουν στις υποχρεώσεις των τραπεζών που δραστηριοποιούνται στην ελληνική αγορά προς το εξωτερικό. Ο μεγαλύτερος όγκος των υποχρεώσεων των πιστωτικών ιδρυμάτων αφορά βραχυπρόθεσμο χρέος, που στο πρώτο τρίμηνο του 2009 ανήλθε περίπου στα 70 δισ. ευρώ. Το μακροπρόθεσμο εξωτερικό τους χρέος, ύψους 41,7 δισ. ευρώ, αναλύεται κυρίως σε καταθέσεις και τραπεζογραμμάτια (32,3 δισ. ευρώ) και δάνεια (8 δισ. ευρώ). Επίσης, ο υπόλοιπος ιδιωτικός τομέας έχει εξωτερικό χρέος ύψους 20,7 δισ. ευρώ.
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economy_1_01/07/2009_320466