Η ελληνική οικονομία, παρά τις τεράστιες δυσκολίες και τις κερδοσκοπικές επιθέσεις που αντιμετωπίζει, δεν κινδυνεύει με χρεοκοπία, υποστηρίζουν οι οικονομικοί αναλυτές. Όμως κανείς δεν μπορεί να διαβεβαιώσει ότι δεν θα καταρρεύσουν οικονομικά πολλές χιλιάδες νοικοκυριά, τα οποία η κρίση τα βρήκε να χρωστούν πολλά χρήματα στις τράπεζες και ήδη δυσκολεύονται να εξυπηρετήσουν τις δόσεις των δανείων τους.
Τα ευρήματα πρόσφατης έρευνας του υπουργείου Οικονομίας για την κατάσταση των υπερχρεωμένων νοικοκυριών, μόνο έντονες ανησυχίες μπορούν να προκαλέσουν, καθώς δείχνουν ότι κοντά ένα εκατομμύριο ελληνικές οικογένειες δεν αποκλείουν καθόλου το ενδεχόμενο να κηρύξουν «στάση πληρωμών», αν δεν το έχουν κάνει ήδη. Χρέη σε τράπεζες, σύμφωνα με την έρευνα, έχουν το 61% των ελληνικών νοικοκυριών, δηλαδή πάνω από τρεις στις πέντε ελληνικές οικογένειες. Το ποσοστό αυτό σε απόλυτους αριθμούς μεταφράζεται σε περίπου 2.500.000 εκατομμύρια ελληνικά νοικοκυριά, τα οποία χρωστούν δάνεια ή πιστωτικές κάρτες.
Χρέη
Ο συνολικός δανεισμός των ελληνικών νοικοκυριών ανερχόταν τον περασμένο Φεβρουάριο σε περίπου 120 δισ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 50% του ΑΕΠ. Από αυτά, περίπου τα 81 δισεκατομμύρια είναι στεγαστικά δάνεια και τα 36 δισεκατομμύρια καταναλωτικά και πιστωτικές κάρτες.
Με βάση τα στοιχεία αυτά, το μέσο χρέος για καθένα από τα 2.500.000 νοικοκυριά, ανέρχεται σε 48.000 ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί σε εισοδήματα σχεδόν τριών ετών για ένα μέσο δημόσιο υπάλληλο. Βέβαια, τα επίσημα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) δείχνουν ότι η Ελλάδα υπολείπεται σημαντικά των μέσων όρων της Ευρωζώνης, αλλά αντίστοιχα χαμηλότερα είναι και τα διαθέσιμα εισοδήματα προς κατανάλωση.
Από στοιχεία της Alpha Bank προκύπτει ότι η δανειακή επιβάρυνση των νοικοκυριών στην Ευρωζώνη ανέρχεται στο 64,2% του ΑΕΠ, είναι δηλαδή περίπου 15 ποσοστιαίες μονάδες πάνω από την ελληνική επίδοση, ενώ χώρες με μεγάλα οικονομικά προβλήματα, όπως η Βρετανία, η Ιρλανδία, η Ισπανία και η Πορτογαλία έχουν ήδη ξεπεράσει κατά πολύ το μέσο όρο της ζώνης του ευρώ.
Ωστόσο, εμφανή είναι τα αποτελέσματα της κρίσης στον δανεισμό των νοικοκυριών. Το Φεβρουάριο η ετήσια αύξηση της δανειακής επιβάρυνσής τους έχει περιοριστεί μόλις στο 2,8%, ενώ τον Δεκέμβριο του 2008 το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 12,8%. Στα στεγαστικά δάνεια ο ρυθμός αύξησης περιορίστηκε αντίστοιχα από 11,5% σε 3,6% και στα καταναλωτικά από 16% σε 1,1%.
Η έρευνα του υπουργείου Οικονομίας ήταν πανελλαδική και πραγματοποιήθηκε από την ΚΑΠΑ research την πρώτη εβδομάδα του Μαρτίου, δηλαδή πριν γίνει αισθητή η απώλεια εισοδημάτων από τους δημοσίους υπαλλήλους, που σημαίνει ότι τα πράγματα σήμερα μάλλον είναι πολύ χειρότερα και θα επιδεινωθούν ακόμη περισσότερο τους επόμενους μήνες. Πάνω από 700.000 ελληνικά νοικοκυριά (το 17,4% του συνόλου) ζουν πλέον οριακά, αφού καθυστερούν σημαντικά την εξόφληση οφειλών για την κάλυψη καθημερινών αναγκών, όπως είναι τα ενοίκια και οι λογαριασμοί των ΔΕΚΟ (φως, νερό, τηλέφωνο). Από τα ευρήματα της έρευνας, προκύπτει ότι:
Από τα 2.500.000 νοικοκυριά με χρέη στις τράπεζες, τα 70.000 έχουν σταματήσει πλέον να πληρώνουν τις δόσεις τους.
Πάνω από 700.000 πληρώνουν με καθυστέρηση τις οφειλές τους. Από αυτούς, οι 440.000 πληρώνουν με καθυστέρηση ενός μήνα, οι 250.000 με καθυστέρηση από ένα έως έξι μήνες και οι 20.000 με καθυστέρηση πάνω από έξι μήνες.
Πάνω από 600.000 νοικοκυριά, δηλαδή σχεδόν μία στις τέσσερις οικογένειες που έχουν χρέη, φοβούνται ότι με τα σημερινά ή τα προσδοκώμενα εισοδήματα δεν θα είναι σε θέση στο μέλλον να εξοφλήσουν τα χρέη τους, δηλαδή βάζουν υποψηφιότητα για μία θέση στην περιοχή του «κόκκινου».
Επίσης, το 1/3 αυτών των νοικοκυριών, δηλαδή 820.000 οικογένειες με χρέη, δηλώνουν ότι αφού πληρώσουν τη μηνιαία δόση τους, δυσκολεύονται με το εναπομείναν εισόδημα να τα βγάλουν πέρα τον υπόλοιπο μήνα.
Υπερχρεωμένα σε βαθμό άκρως επικίνδυνο βρίσκονται περίπου 390.000 νοικοκυριά, τα οποία δηλώνουν ότι οι μηνιαίες δόσεις των δανείων τους ξεπερνούν το 60% του μηνιαίου εισοδήματός τους. Επίσης, υπερχρεωμένα μπορούν να θεωρηθούν και άλλες 450.000 νοικοκυριά, των οποίων οι μηνιαίες δόσεις κυμαίνονται από 41%-60% του εισοδήματός τους. Δηλαδή, συνολικά γύρω στα 840.000 νοικοκυριά, το 1/3 των νοικοκυριών με χρέη και το 1/5 του συνόλου των ελληνικών νοικοκυριών, κινδυνεύουν να αντιμετωπίσουν άμεσα τεράστια προβλήματα εξυπηρέτησης των δανείων τους, ιδιαίτερα μετά τις δραστικές περικοπές των εισοδημάτων και κινδυνεύουν με απώλεια περιουσιακών στοιχείων.
Δόσεις
Σε πιο λογικά πλαίσιο κινούνται περίπου 1.500.000 νοικοκυριά, το 62% του συνόλου των νοικοκυριών με χρέη, που δηλώνουν ότι η δόση των δανείων τους δεν ξεπερνά το 40% των μηνιαίων εισοδημάτων τους. Χαρακτηριστικό της αλόγιστης πολιτικής που ακολούθησαν πολλές ελληνικές οικογένειες τα προηγούμενα χρόνια είναι και το γεγονός ότι το 11,8% των νοικοκυριών με χρέη, γύρω στα 300.000 νοικοκυριά, δηλώνουν ότι τα χρέη τους ξεπερνούν της αξία της συνολικής περιουσίας τους.
Όπως προκύπτει από τα επίσημα στοιχεία της έρευνας, το 20,5% των ερωτηθέντων απάντησε ότι τα χρέη δημιουργούν ακόμη και προβλήματα υγείας, ενώ έξι στους δέκα δηλώνουν ότι προκαλούν άγχος, νευρικότητα και ανασφάλεια και τρεις στους δέκα διατάραξη των οικογενειακών και φιλικών σχέσεων. Τι ήταν, όμως, αυτό που τους οδήγησε σε ένα δανειακό άνοιγμα που είναι πολύ δύσκολο ή σχεδόν αδύνατο πλέον να κλείσει;
Οι εσφαλμένες εκτιμήσεις για τις δυνατότητες δανεισμού, απάντησε το 69% των ερωτηθέντων.
Οι επιθετικές πρακτικές των τραπεζών τα προηγούμενα χρόνια και τα υψηλά επιτόκια, δήλωσε το 60,2%. Περίπου οι μισοί καταναλωτές ζητούν να ενημερώνονται οι καταναλωτές για το πώς πρέπει να χρησιμοποιούμε τον δανεισμό από τα μικρά τους χρόνια, μέσω της εκπαίδευσης, ενώ γύρω στο 40% απαιτεί να τεθούν κριτήρια από τις τράπεζες για το ποιους πρέπει να δανείζουν.
Πάνω από το 31% των καταναλωτών δανείζονται μάλλον με εύκολο τρόπο, για την αγορά καταναλωτικών αγαθών και υπηρεσιών.
Πάνω από ένας στους πέντε ερωτηθέντες (το 21,3%, 530.000 νοικοκυριά) δήλωσε ότι δανείστηκε για να καλύψει έκτακτες ανάγκες, όπως λόγους υγείας, απώλεια εργασίας.
Επιπλέον, το 3,8% (95.000 νοικοκυριά) προσέφυγε στον δανεισμό για να πληρώσει τα φροντιστήρια των παιδιών, ενώ το 13,9% (350.000 νοικοκυριά) δανείζεται γιατί το μηνιαίο εισόδημα δεν επαρκεί για την κάλυψη των βασικών αναγκών. Από την έρευνα προέκυψε, επίσης, ότι το 2,5% των δανειοληπτών (πάνω από 60.000 νοικοκυριά) δανείστηκε απλώς για να πάει διακοπές, να κάνει ταξίδια ή για λόγους αναψυχής.
http://www.imerisia.gr/article.asp?catid=12336&subid=2&pubid=26969146